PHRYGIONES — οἱ βελονοποικιλταὶ, acupictores, dicti Veterib. quos hodie Galli Brodeurs vocant, sicut iisdem opus phrygionicum dicitur ovurage en broderie. Hi variis argumentis vestes, pulvinaria, stragula, soliaria et coetera id genus depingebant. Verro apud… … Hofmann J. Lexicon universale
στοιχείο — Χρησιμοποιείται συνηθέστερα στον πληθυντικό: στοιχειά. Όντα της νεοελληνικής λαϊκής μυθολογίας. Σύμφωνα με τις παλιότερες λαϊκές παραδόσεις, σ. έχουν τα σπίτια, οι σπηλιές, τα χωράφια, τα πηγάδια. Συνήθως βγαίνουν τη νύχτα, με διάφορες μορφές: ως … Dictionary of Greek
υφαντός — ή, ό / ὑφαντός, ή, όν, ΝΑ, και φαντός, ή, ό, Ν [ὑφαίνω] 1. κατασκευασμένος στον υφαντικό ιστό, στον αργαλειό, ο υφασμένος 2. (το ουδ. πληθ. ως ουσ.) τα υφαντά υφάσματα, συνήθως χοντρά, που έχουν σχέδια ενυφασμένα … Dictionary of Greek